Ντεξάρα

   Από την έκθεση στο μουσείο της πόλης του Βόλου, παραχώρηση οικογένειας Πρόδρομου Χατζηεφραιμίδη


Ο πατέρας μου, Ιορδάνης Χατζηεφραιμίδης ήταν παπλωματάς, κετσατζής. Έφτιαχνε κετσέδες, χαλιά χρώματα-χρώματα. Και να δεις πώς τα φτιάχνανε τα χαλιά: παίρνανε ένα ξύλο μεγάλο τρία μέτρα και σ'αυτό ρίχνανε το μαλλί και το γύρναγαν στο ξύλο επάνω και κλωτσούσανε με τα πόδια, ρίχνανε βραστό νερό για να πήξει το μαλλί για να γίνει κετσές, πυκνό. Με το δοξάρι φτάσανε μέχρι τη Ρωσία, με τι να δουλέψουν, αυτό ήταν το εργαλείο τους...

 Απόσπασμα από γραπτή μαρτυρία του κ.Πρόδρομου Χατζηεφραιμίδη


Η "ντεξάρα" -δώσαμε μία στο Μουσείο της Πόλης και μία στο Μουσείο του Τσαλαπάτα-είναι στη διάλεκτο αυτή το δοξάρι, κι έχει έρθει από εκεί, από τότε. Με τη ντεξάρα στον ώμο, ο παπλωματάς που ήταν συνήθως Καππαδόκης, γυρνούσε στο Βόλο, σε όλους τους δρόμους. Κι εκεί ήτανε επί τω έργω, κάτω, βάζανε στο πεζοδρόμιο και τα χτυπούσανε και το βαμβάκι γινότανε αφράτο...

                                                                       Απόσπασμα από τη συνέντευξη του προέδρου του συλλόγου Καππαδοκών, Μάκη Χριστοφορίδη

Ο Κυριάκος Χατζηκυριάκος , από το Μιστί Καππαδοκίας, γυρίζοντας στους δρόμους με τη "ντεξάρα" του στον ώμο   (Από το αρχείο του συλλόγου Καππαδοκών Βόλου)

...Πριν γεννηθείτε εσείς, πολλά χρόνια πριν, πριν βγάλουμε τα στρωματέξ με τα ελατήρια είχαμε τα στρώματα που τα λέγαμε σελτέδες και εκτός από τις καρπέτες και τις κουβέρτες είχαμε και τα παπλώματα που ήταν δηλαδή βαμβάκι, σαν τα καπιτονέ που λένε τώρα τα ρούχα. Αυτό ήταν ένα ύφασμα σατέν και μέσα εκεί βάζανε βαμβάκι. Και τα μαξιλάρια αυτά επειδή με τη χρήση πατσαζότανε δεν τα πετούσε ο κόσμος όπως κάνουμε τώρα. Έφερνε τον παπλωματά που ήταν συνήθως οι Καππαδόκες από ένα χωριό, τους λέμε "Αούτηδες", αυτοί ήτανε παπλωματάδες οι πιο πολλοί, ανοίγανε το στρώμα, το σελτέ που λέμε ή το πάπλωμα, βγάζανε το βαμβάκι κάτω. Αυτό το όργανο, τη ''ντεξάρα'', τη δένανε με ένα σχοινί από τα κάγκελα ούτως ώστε να είναι έτσι γερτή και αυτή η χορδή που έχει εδώ σαν μεγάλη βιόλα ας το πούμε είχανε έναν κόπανο, το ακομπούσαν στο βαμβάκι επάνω, το χτυπούσαν και όπως παλλόταν αυτή η χορδή έπαιρνε το βαμβάκι και το έξανε, το έκανε δηλαδή αφράτο πάλι. Αφού το κάνανε όλο αυτό το ξαναβάζανε μέσα και το ξαναράβανε...

                                                                Aπόσπασμα από τη συνέντευξη του κ. Μάκη Χριστοφορίδη

                                               Ο Κυριάκος Χατζηκυριάκος με τη "ντεξάρα", επί το έργον (από το αρχείο του συλλόγου Καππαδοκών Βόλου )

jQuery Tlačítko na začiatok by William from Wpromotions.eu
© 2022, Αντικείμενα σε φυγή, Βόλος  
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε